Κάθισα και διάβασα τον «Έμπορο των καταραμένων βιβλίων» γιατί μου άρεσε ο τίτλος
και το εξώφυλλο. Καλά να πάθω. Πρόκειται για μια αηδία που κατά τα άλλα πήρε
και βραβείο, τρομάρα της, η οποία προσπαθεί να μοιάσει στα μυθιστορήματα του Dan Brown και ακολουθεί την πεπατημένη του
ρίχνω λίγο μεσαίωνα, μία μυστική αδελφότητα, δέκα διεφθαρμένους αυλικούς, ένα
βιβλίο με μαγικές ιδιότητες, πολλούς γρίφους, αμφιγράμματα, σημάδια και αστρικά
σύμβολα, μόνο και μόνο για να μην σου λυθεί καμία απορία στο τέλος και για να
γίνει μία αναγνώριση ενός πατέρα με τον άφαντο γιο του. Ούτε στη Χατζηβασιλείου
τέτοια σκηνοθεσία για να μας κάτσει το best seller!
Πρόκειται για ένα τα μάλα προβλέψιμο στόρι, το οποίο αρχίζεις να
υποψιάζεσαι από τις πρώτες 100 σελίδες ότι δεν θα καταλήξει πουθενά, με προβλέψιμη
πλοκή, κουραστικές και επαναλαμβανόμενες περιγραφές τοπίων αντί για δράση και
με πρωταγωνιστές που έχουν άθλια ονόματα όπως «Ιγνάθιο του Τολέθου», «Ουμπέρτο»,
«Βιλάλμ», «Ραϊνέριο της Φιντέντσα», «Ντόμινους», «Σύβιλλα» και «Ντόντικο». Μα, πού
τα σκέφτηκε;! Με δυσκολία κατάφερνα να τους ξεχωρίζω σε όλο το μυθιστόρημα.
Αντιλαμβάνεσαι ότι μου πήρε δύο μήνες να το τελειώσω, με το ζόρι, κι αυτό γιατί
λυπόμουν τα λεφτά μου. Εννοείται ότι η μόνη του χρησιμότητα τώρα που το
διαβάσαμε είναι προσάναμμα για το τζάκι. Πάντως, ναι, έχει ωραίο εξώφυλλο.
Έλα τώρα μην τα μασάς, πες μας την ειλικρινή σου γνώμη, δεν υπάρχει λόγος να κρατιέσαι πίσω...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως τις κριτικές σου τις παίρνω πολύ σοβαρά. Το Μπαρ Φλωμπέρ ήταν μια απόλαυση και ο Γιάλομ για ακόμη μια φορά ιδιαίτερος, μη σου πω μ’ έκανε να νιώσω και πιο νορμάλ όταν διαβάζω τι γίνετε σε άλλα μυαλά!
Έπεσε στα χέρια μου τις προάλλες το Βαλς με 12 Θεούς, της Μαντά. Ως ξενιτεμένος, δεν είχα ιδέα ότι παίζετε σε σειρά στην Κύπρο. Το βιβλίο είναι πανέμορφο, 500 σελίδες εξανεμίστηκαν σε μια βδομάδα-η ανάγνωση του είναι τόσο απλή και γαλήνια. Μια πολύ ζεστή ιστορία αγάπης, σχεδόν παιδικής. Οι χαρακτήρες είναι τόσο παντελώς μονοδιάστατοι, που το βιβλίο δεν θέλει ούτε σκέψη ούτε και εξασκεί τη φαντασία. Είναι λες και παρακολουθώ μια απολαυστική, ήρεμη ταινία — κάτι σαν το ‘Πάρα πέντε’, αν το θυμάσαι.